Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

τιμήματι

См. также в других словарях:

  • τιμήματι — τίμημα honouring neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρεξάγω — ΜΑ [εξάγω] 1. άγω, οδηγώ κοντά σε κάτι ή μακριά από κάτι 2. παροδηγώ, παραπλανώ, αποπλανώ («πολλῇσίν μ ἄτῃσι παρέκ νόον ἤγαγεν Ἕκτωρ», Ομ. Ιλ.) 3. εξάγω, εξέλκω («τὰ βέλη παρεξάγουσιν», Θεοφύλ.) 4. υπερέχω, εξέχω, υπερτερώ («τοῡ Λευὶ τῷ τῆς… …   Dictionary of Greek

  • τιμήματ' — τιμήματα , τίμημα honouring neut nom/voc/acc pl τιμήματι , τίμημα honouring neut dat sg τιμήματε , τίμημα honouring neut nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»