-
1 τετράμηνα
τετράμηνοςof four months: neut nom /voc /acc pl -
2 τετράμηνος
A of four months, lasting four months,σπονδαί Th.5.63
; τετράμηνοι ὀχεύουσι at four months old, Arist.HA 545b1; τετράμηνον for a space of four months, ib. 573a13, cf. PCair.Zen. 291, 498 (iii B.C.), etc.; ἡ πρώτη τ. SIG410.4 (Erythrae, iii B.C.); soτετράμηνα Hp.Aph.4.1
: [dialect] Boeot. πετράμεινος (q.v.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τετράμηνος
См. также в других словарях:
τετράμηνα — τετράμηνος of four months neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αποστολίδης, Ρένος — (Αθήνα 1924 –). Λογοτέχνης, κριτικός και ιστορικός της νεοελληνικής λογοτεχνίας, γιος του Ηρακλή Αποστολίδη (βλ. λ.). Σπούδασε φιλολογία στην Αθήνα και κατά τον Εμφύλιο –οπότε υπηρέτησε στον κυβερνητικό στρατό– βίωσε εμπειρίες που σημάδεψαν το… … Dictionary of Greek