-
21 Ταύρος
Boğa Burcu -
22 ταύρος
taureau -
23 ταύρος
1) buhaj (m) rzecz.2) byk (m) rzecz. -
24 ταύρος
býk -
25 ταύρος
bullΕλληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary) > ταύρος
-
26 κεντό-ταυρος
κεντό-ταυρος, bildet Tzetz. zur Erkl. von κένταυρος, den Stier stachelnd.
-
27 θεό-ταυρος
θεό-ταυρος, ὁ, Gottstier, der in einen Stier verwandelte Zeus, Mosch. 2, 131.
-
28 λάσ-ταυρος
λάσ-ταυρος, ὁ, eigtl. rauchhaariger Stier, in obscönem Sinne, = κίναιδος, Theopomp. bei Pol. 8, 11, 6; δασύπυγος, Theocr. 5, 113; δασύτρωγλος Mel. 49 (XII, 41); Sp.
-
29 ίππό-ταυρος
ίππό-ταυρος, ὁ, Pferdestier, Hel. 10, 29.
-
30 ἀπό-ταυρος
ἀπό-ταυρος, βοῦς, (vom Stier entfernt), nicht besprungen, Arist. H. A. 8, 7.
-
31 ἄ-ταυρος
ἄ-ταυρος, ohne Stier?
-
32 Ταύρω
Ταῦροςbull: masc nom /voc /acc dualΤαῦροςbull: masc gen sg (doric aeolic)——————Ταῦροςbull: masc dat sg -
33 Ταύροιο
Ταῦροςbull: masc gen sg (epic) -
34 Ταύροις
Ταῦροςbull: masc dat pl -
35 Ταύροισι
Ταῦροςbull: masc dat pl (epic ionic aeolic) -
36 Ταύροισιν
Ταῦροςbull: masc dat pl (epic ionic aeolic) -
37 Ταύρου
Ταῦροςbull: masc gen sg -
38 Ταύρους
Ταῦροςbull: masc acc pl -
39 Ταύρων
Ταῦροςbull: masc gen pl -
40 Ταύρως
Ταῦροςbull: masc acc pl (doric)
См. также в других словарях:
Ταῦρος — bull masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ταῦρος — bull masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ταύρος — I Όνομα μυθολογικών και ιστορικών προσώπων. 1. Βασιλιάς της Κρήτης από την Κνωσό. Αφού κυρίευσε την Τύρο της Φοινίκης, γύρισε στην Κρήτη με πολλούς αιχμαλώτους και πολλά κορίτσια, μεταξύ των οποίων ήταν και η Ευρώπη, κόρη του βασιλιά της Φοινίκης … Dictionary of Greek
ταύρος — ο 1. αρσενικό βόδι κατάλληλο για αναπαραγωγή, μπουγάς. 2. ως κύριο όνομα, Ταύρος αστερισμός του βόρειου ημισφαιρίου. 3. βουνό της Μ. Ασίας … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Καλβίσιος Ταύρος — (2ος αι. μ.Χ.). Νεοπλατωνικός φιλόσοφος. Πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τη ζωή και το έργο του παρέχει ο Αύλος Γέλλιος. Έγραψε τα έργα Περί της των δογμάτων διαφοράς Πλάτωνος και Αριστοτέλους και Περί σωμάτων και ασωμάτων, τα οποία δεν… … Dictionary of Greek
Ταύρω — Ταῦρος bull masc nom/voc/acc dual Ταῦρος bull masc gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ταῦρε — Ταῦρος bull masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ταῦρε — ταῦρος bull masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ταῦροι — Ταῦρος bull masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ταῦροι — ταῦρος bull masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ταῦρον — Ταῦρος bull masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)