Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ταχύτερον

См. также в других словарях:

  • ταχύτερον — ταχύς swift masc acc sg (ionic) ταχύς swift neut nom/voc/acc sg (ionic) ταχύτερος swift masc acc sg ταχύτερος swift neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αποκέντρωση — Σύστημα διοίκησης κατά το οποίο, χωρίς την προηγούμενη έγκριση των κεντρικών κυβερνητικών αρχών, ασκείται η κρατική εξουσία από όργανα που εδρεύουν γενικά μόνιμα στην περιφέρεια. Η άσκηση αποφασιστικών αρμοδιοτήτων από περιφερειακά όργανα και… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»