-
1 συν-αντάω
συν-αντάω, ion. συναντέω, zusammentreffen, zusammenkommen; συναντήτην, Od. 16, 333, entgegenkommen, begegnen; Hes. Th. 877; Eur. Ion 787 u. öfter, u. sp. D., wie Rufin. 38 (V, 28), auch in Prosa, συναντᾶτε μετὰ τῶν ὅπλων εἰς Φωκίδα, Philip. 6 bei Dem. 48, 157, Pol. 1, 52, 6 u. öfter. – Gewöhnlicher als dep. med., συναντήσωνται αὐτῷ Il. 17, 184, u. in späterer Prosa häufig.
-
2 ἀντι-συν-αντάω
ἀντι-συν-αντάω, begegnen, Strat. 69 (XII, 227).
-
3 συν-απ-αντάω
συν-απ-αντάω, mit od. zugleich entgegengehen, -kommen, Arist. mirab. 57.
-
4 συναντάω
συν - αντάω and συνάντομαι, part. συναντόμενος, ipf. συνήντετο, συναντέσθην, συναντήτην, aor. subj. συναντήσωνται: meet, encounter.A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > συναντάω
-
5 συναντάω
συν-αντάω, zusammentreffen, zusammenkommen; συναντήτην, entgegenkommen, begegnen -
6 συνανταω
тж. med. (fut. συναντήσω и συναντήσομαι)1) встречаться, сходиться лицом к лицу(Hom.; τινι Hes. etc.)
ὅ συναντήσας τινί Eur. — попавшийся кому-л. навстречу;σ. εἰς τέν Φωκίδα Dem. — собираться в Фокиде2) приключаться, случаться, происходить(τινι Plut., Diog.L.)
-
7 ἀντισυναντάω
-
8 συναπαντάω
συν-απ-αντάω, mit od. zugleich entgegengehen, -kommen
См. также в других словарях:
συναντώ — συναντῶ, άω, ΝΜΑ, μέσ. και συναντιέμαι Ν 1. βρίσκω κάποιον σε ένα μέρος τυχαία ή και σκόπιμα, απαντώ, ανταμώνω (α. «τόν συνάντησα προχθές στον δρόμο» β. «Σοφοκλεῑ τῷ ποιητῇ ἐν Χίῳ συνήντησα», Ίων Χ.) 2. έρχομαι αντιμέτωπος με κάτι, προσκρούω σε… … Dictionary of Greek