Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

συνοισόμεθα

См. также в других словарях:

  • συνοισόμεθα — συμφέρω bring together fut ind mid 1st pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνοισόμεθ' — συνοισόμεθα , συμφέρω bring together fut ind mid 1st pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συμφέρω — ΝΜΑ [φέρω] 1. είμαι σύμφορος, χρήσιμος, επωφελής (α. «δεν μάς συμφέρουν οι όροι τής συνθήκης» β. «τοῡτο συμφέρει τῷ βίῳ», Αριστοφ.) 2. απρόσ. συμφέρει είναι χρήσιμο, ωφελεί (α. «δεν συμφέρει να πουλήσουμε με τέτοιες τιμές» β. «ξυμφέρει σωφρονεῑν… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»