-
1 συννέφεια
A clouded sky, Arist.Pr.[944b26] (as gloss on ἐπίνεψιν), Ptol.Tetr.84, Thd.Jb.3.5, Olymp.Hist.p.463D., Cat.Cod. Astr.2.161, Sch.Ar.Nu. 583, EM236.29.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συννέφεια
-
2 συννέφελος
συννέφ-ελος, ον,A = συννεφής, Th.8.42, Alciphr.1.10.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συννέφελος
-
3 συννεφής
συννεφ-ής, ές,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συννεφής
-
4 σύννεφος
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > σύννεφος
-
5 συννέφω
A collect clouds,Ζεὺς ξυννέφει Ar.Av. 1502
;σ. τὸ περιέχον Plu.2.641d
: impers. συννέφει, it is cloudy,εἰ συννέφει, εἰκὸς ὁ̄σαι Arist.Rh. 1393a6
;ξυννένοφε Ar.Fr. 46
.2 trans., συννεφεῖν (leg. - νέφειν)νεφέλας ἐπὶ τὴν γῆν LXX Ge.9.14
.II metaph. of persons, συννέφουσαν ὄμματα wearing a dark and gloomy look, E.El. 1078; (anap.), cf. Philostr.VS1.18.1;ἐπερωτηθεὶς διὰ τί συννένοφε D.C.55.11
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συννέφω
-
6 συγνεφ-
см. συννεφ\
Перевод: с греческого на все языки
со всех языков на греческий- Со всех языков на:
- Греческий
- С греческого на:
- Все языки
- Английский
- Русский