-
1 συνανακομίζεσθαι
συνανακομίζωhelp: pres inf mp
См. также в других словарях:
συνανακομίζεσθαι — συνανακομίζω help pres inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 συνανακομίζεσθαι
συνανακομίζεσθαι — συνανακομίζω help pres inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)