-
1 στατίζω
2 = στατιωνίζω, POxy.2130.23 (iii A.D.), 65.1 (iii/iv A.D.).III [voice] Med., establish, prove,ὅτι.. Phld.Sign.26
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > στατίζω
-
2 στατιών
Aστατιώναν IGRom. 3.748.4
([place name] Olympus):— = Lat. statio, IG14.830.5, al. (Puteoli, ii A.D.), BGU 326 ii 10 (ii A.D.), Ostr. 145 (ii A.D.), al., IGRom.3.883 (Tarsus, ii/iii A.D.), Hsch. s.v. συνέδρα, Just.Nov.44.1.1: hence [full] στᾰτιωνάριος, ὁ,= stationarius, IG14.830.32 (Puteoli, ii A.D.), Ruppel Der Tempel von Dakke 3 No.81 (ii A.D.); and [full] στᾰτιωνίζω, to be on duty, PAmh.2.80.12 (iii A.D.); cf.στατίζω 11.2
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > στατιών
См. также в других словарях:
στατιωνίζω — Α [στατιών, ῶνος (II)] εκτελώ την υπηρεσία μου ως φύλακας … Dictionary of Greek
στατίζω — Α [στατός] 1. τοποθετώ 2. στατιωνίζω* 3. (το μεσ.) στατίζομαι α) στέκομαι κάπου β) προσδιορίζω, αποδεικνύω … Dictionary of Greek