Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

σκαρδαμύττετε

См. также в других словарях:

  • σκαρδαμύττετε — σκαρδαμύσσω blink pres imperat act 2nd pl (attic) σκαρδαμύσσω blink pres ind act 2nd pl (attic) σκαρδαμύσσετε , σκαρδαμύσσω blink imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μυώ — (I) μυῶ, άω (Α) 1. συμπιέζω τα χείλη σε ένδειξη αποδοκιμασίας («τί μοι μυᾱτε κἀνανεύετε;», Αριστοφ.) 2. (κατά τον Ησύχ.) «μυᾱτε σκαρδαμύττετε». [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται άπαξ στον Αριστοφάνη και στη γλώσσα τού Ησυχίου «μυᾱτε σκαρδαμύττετε», όπου… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»