Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

σέμεν

См. также в других словарях:

  • σεμέν-ντε-φερ — το, Ν άκλ. είδος παιχνιδιού τής τράπουλας. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. chemin de fer «σιδηρόδρομος»] …   Dictionary of Greek

  • γηρασέμεν — γηράσκω grow old fut inf act (epic) γηρᾱσέμεν , γηράω grow old fut inf act (attic epic) γηρᾱσέμεν , γηράω grow old fut inf act (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εξερευνήσεις, γεωγραφικές — Ταξίδια σε μακρινούς και άγνωστους τόπους, που από τα πανάρχαια χρόνια επιχειρούσε ο άνθρωπος για οικονομικούς, πολιτικούς, στρατιωτικούς και άλλους λόγους ή ακόμα –ιδιαίτερα κατά τους νεότερους χρόνους– για επιστημονική έρευνα. Το εμπορικό όμως… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Λαογραφικό και Ναυτικό Ιθάκης — Το Λαογραφικό και Ναυτικό Μουσείο της Ιθάκης ανήκει στο δήμο και λειτουργεί από το 1996 στο ανακατασκευασμένο κτίριο του παλαιού ηλεκτρικού σταθμού. Στην αίθουσα του ισογείου, δεξιά, θα έχετε την ευκαιρία να δείτε μια πολύ πλούσια συλλογή από… …   Dictionary of Greek

  • βρισέμεν — βρῑσέμεν , βρίθω to be heavy fut inf act (epic) βρίζω to be sleepy fut inf act (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λασέμεν — λάζω fut inf act (epic) λᾱσέμεν , λανθάνω escape notice fut inf act (epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτισέμεν — ἀποτῑσέμεν , ἀποτίνω repay fut inf act (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»