-
1 πυριφλεγέθων
II pr. n. Pyriphlegethon, one of the rivers of hell, Od.10.513, Pl.Phd. 114a.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πυριφλεγέθων
-
2 πυριφλεγεθων
-
3 φλεγέθω
I trans., scorch, burn up,πῦρ πόλιν φλεγέθει Il.17.738
:—[voice] Pass.,ὄφρα πυρὶ φλεγεθοίατο νεκροί 23.197
.II intr., blaze, flare up,πυρὶ φλεγέθοντι 21.358
, cf. Orph.Fr. 194;πυρσοί τε φλεγέθουσι Il.18.211
;κεραυνοῦ φλεγέθοντος Hes.Th.[846]
; [Ἅλιος] λαμπρᾷ στεροπᾷ φλεγέθων S.Tr.99
(lyr.), cf. E.Ph. 169 (lyr.): metaph., blaze forth, shine, A.Supp.88 (lyr.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > φλεγέθω
-
4 φλεγέθω
φλεγέθω, poet. Nebenform von φλέγω, nur im praes. gebräuchlich, – a) trans. brennen, sengen, verbrennen, in Brand setzen, πῠρ πόλιν φλεγέϑει Il. 17, 738, u. pass., ὄφρα τάχιστα πυρὶ φλεγεϑοίατο νεκροί 23, 197. – b) intrans. brennen, in Feuer stehen; Il. 18, 211. 21, 328; Hes. Th. 846; πάντα τ οι φλεγέϑει κἀν σκότῳ Aesch. Suppl. 87; ὦ λαμπρᾷ στεροπᾷ φλεγέϑων Soph. Trach. 99, von der Sonne, wie Eur. Phoen. 172.
-
5 φλεγεθω
1) сжигать(πόλιν Hom.)
; pass. сгорать(πυρί Hom.)
2) гореть, сверкать(πῦρ φλεγέθει Hom.)
φλεγέθων βολαῖς ἁλίου Eur. — сияющий лучами солнца;φ. κἀν σκότῳ Aesch. — светить и во тьме
См. также в других словарях:
πυριφλεγέθων — Ένας, κατά την αρχαία μυθολογία, από τους τρεις ποταμούς του Άδη. Ενώ ο Κωκυτός και ο Αχέρων ήταν οι ποταμοί των στεναγμών, ο Π. ήταν ο ποταμός της φωτιάς. Ο Όμηρος τον αναφέρει στην Οδύσσεια και ο Πλάτων στον Φαίδωνα. Ο Πλάτων μάλιστα,… … Dictionary of Greek