Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

πυρετῶν

См. также в других словарях:

  • Πυρετῶν — Πυρετός burning heat masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πυρετῶν — πυρετέω pres part act masc nom sg (attic epic doric) πυρετός burning heat masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρασκευή — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Αδελφή της Σαμαρείτιδας Φωτεινής. Μαρτύρησε με σπαθί. Η μνήμη της τιμάται στις 26 Φεβρουαρίου. 2. Καταγόταν από τους Επιβάτες της Θράκης. Η μνήμη της τιμάται στις 14 Οκτωβρίου. 3. Ρωμαία οσία.… …   Dictionary of Greek

  • οφιολατρεία — Η λατρεία των φιδιών αλλά και, γενικότερα, των ερπετών. Το φίδι στη συνείδηση των πρωτόγονων ήταν το πιο μυστηριώδες ζώο. Με την ευκινησία του, παρά το γεγονός ότι δεν είχε πόδια, τους χρωματισμούς του, τα λαμπερά μάτια του και την ικανότητα του… …   Dictionary of Greek

  • Alexander von Tralleis — Alexandros von Tralleis (latinisiert Alexander; * um 525; † um 605) war ein griechischer Arzt des 6. Jahrhunderts. Inhaltsverzeichnis 1 Leben 2 Überlieferung 3 Ausgaben 4 Literatur …   Deutsch Wikipedia

  • Alexander von Tralles — Alexandros von Tralleis (latinisiert Alexander; * um 525; † um 605) war ein griechischer Arzt des 6. Jahrhunderts. Inhaltsverzeichnis 1 Leben 2 Überlieferung 3 Ausgaben 4 Literatur 5 Weblinks …   Deutsch Wikipedia

  • Alexandros von Tralleis — (latinisiert Alexander; * um 525; † um 605) war ein griechischer Arzt des 6. Jahrhunderts. Inhaltsverzeichnis 1 Leben 2 Überlieferung 3 Ausgaben 4 Literatur 5 Weblinks …   Deutsch Wikipedia

  • Galēnos — Galēnos, Claudius, geb. 131 n. Chr. in Pergamum, wo sein Vater Nikon Architekt war; er studirte Philosophie u. Medicin erst in seiner Vaterstadt, dann nach seines Vaters Tode 152 in Smyrna, Korinth u. Alexandrien, bes. Anatomie. Zurückgekehrt… …   Pierer's Universal-Lexikon

  • πυρετολογία — η, Ν 1. κλάδος τής ιατρικής με αντικείμενο έρευνας την εξέταση τών πυρετών, δηλαδή τών διαφόρων μορφών με τις οποίες αυτοί εμφανίζονται, τα αίτια που τούς προκαλούν, καθώς και τις μεθόδους αντιμετώπισής τους 2. πραγματεία σχετικά με τους πυρετούς …   Dictionary of Greek

  • πυρετολόγος — ο, η, Ν επιστήμονας εξειδικευμένος στη μελέτη τών διαφόρων μορφών πυρετών, τών αιτίων που τούς προκαλούν, καθώς και τών μεθόδων αντιμετώπισής τους. [ΕΤΥΜΟΛ. < πυρετός + λόγος*] …   Dictionary of Greek

  • στρατηγός — Επώνυμο κερκυραϊκής οικογένειας, που καταγόταν από την Κρήτη. Ένας κλάδος της εγκαταστάθηκε στη Δαλματία. Κυριότερα μέλη της ήταν οι ακόλουθοι: 1. Αντώνιος. Σπούδασε φιλοσοφία στην Ιταλία και υπήρξε μέλος της Ακαδημίας των Αβλαβών και καθηγητής… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»