Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

πτοίησις

См. также в других словарях:

  • πτοίησις — vehement emotion fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πτοίησις — ήσεως, ἡ, Α βλ. πτόηση …   Dictionary of Greek

  • πτοίησιν — πτοίησις vehement emotion fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πτοιήσεις — πτοέω terrify aor subj act 2nd sg (epic) πτοέω terrify fut ind act 2nd sg (epic) πτοίησις vehement emotion fem nom/voc pl (attic epic) πτοίησις vehement emotion fem nom/acc pl (attic) πτοιέω terrify aor subj act 2nd sg (epic) πτοιέω terrify fut… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πτόηση — η, / πτόησις, ήσεως, ΝΑ και πτοίησις, Α [πτοῶ / πτοιῶ] το αποτέλεσμα τού πτοώ, εκφοβισμός, τρόμαγμα …   Dictionary of Greek

  • πτοιήσεως — πτοιήσεω̆ς , πτοίησις vehement emotion fem gen sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»