-
1 πρός-βλησις
πρός-βλησις, ἡ, das Anwerfen, Anlegen, Hinzusetzen, Hippocr.
-
2 πρόςβλησις
πρός-βλησις, ἡ, das Anwerfen, Anlegen, Hinzusetzen -
3 συμβλησις
- εως ἥ1) сопоставление, сравнение(πρός τι Diog.L.)
κατὰ σύμβλησιν παρά τι Sext. — по сравнению с чем-л.2) поддержка, помощь(πρὸς βίον Diog.L.)
-
4 σύμβλησις
II comparison, Phld.Rh.1.217 S. (pl.);κατὰ σύμβλησιν S.E.M.7.375
, etc.; ἡ πρὸς ἄλλα ς. reference to.., D.L.9.87.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > σύμβλησις
См. также в других словарях:
αμφίβληστρον — ἀμφίβληστρον, το (Α) 1. οτιδήποτε ρίχνεται γύρω από κάποιον ή κάτι ως δίχτυ 2. το δίχτυ τού ψαρέματος που ρίχνεται στα ρηχά νερά, πεζόβολος, αθίβολος 3. λέγεται μτφ. για τον μανδύα που έριξαν γύρω από το σώμα τού Αγαμέμνονα, σαν κυνηγετικό δίχτυ … Dictionary of Greek