Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

προ-πετής

См. также в других словарях:

  • μεσοπετής — μεσοπετής, ές (ΑM) αυτός που πετάει στο μέσο. [ΕΤΥΜΟΛ. < μεσ(ο) * + πετής (< πέτομαι), πρβλ. προ πετής, υψι πετής] …   Dictionary of Greek

  • προπετής — ές, ΝΜΑ, προπέτης, θηλ. έτισσα και παλ. τ. ις, Ν μτφ. (για πρόσ.) αυτός που έχει προκλητικό ύφος, αυθάδης, θρασύς, ιταμός (α. «οἱ θρασεῑς καὶ προπετεῑς», Αριστοτ. β. «οἱ γλώσσῃ προπετεῑς», Ανθ. Παλ.) αρχ. 1. αυτός που έχει κλίση, που γέρνει προς… …   Dictionary of Greek

  • υπερπετής — ές, Α 1. αυτός που πετά πάνω από κάτι ή αυτός που πετά ψηλά, υψιπετής 2. αυτός που εκτείνεται πέρα από ένα σημείο 3. μτφ. αυτός που υψώνεται και αιωρείται ψηλά στον αέρα 4. το ουδ. ως ουσ. τo ὑπερπετές·καθετί που πετά ψηλά. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ * + …   Dictionary of Greek

  • pet-2, petǝ- : ptē-, ptō- (Gk. ptā-) —     pet 2, petǝ : ptē , ptō (Gk. ptā )     English meaning: to fall; to fly     Deutsche Übersetzung: “auf etwas los or niederstũrzen, fliegen, fallen”     Material: O.Ind. pátati “flies, wirft sich, fällt” (= πέτομαι, Lat. petō, O.Welsh… …   Proto-Indo-European etymological dictionary

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»