-
1 προεπεγνωσμένων
προεπεγνωσμένων, πρό-ἐπιγιγνώσκωlook upon: perf part mp fem gen plπροεπεγνωσμένων, πρό-ἐπιγιγνώσκωlook upon: perf part mp masc /neut gen pl -
2 προεπιγιγνωσκω
заранее узнаватьἵνα ἐννοήσωμεν τὸ αἴτιον, δεῖ προεπιγνῶναι τὸ ἀποτέλεσμα Sext. — чтобы представить себе причину, нужно раньше познать следствие
-
3 προεπεγνώκασιν
προεπεγνώκᾱσιν, πρό-ἐπιγιγνώσκωlook upon: perf ind act 3rd pl -
4 προεπιγινώσκεσθαι
προεπιγινώσκεσθαι, πρό-ἐπιγιγνώσκωlook upon: pres inf mp (ionic) -
5 προεπιγινώσκοντες
προεπιγινώσκοντες, πρό-ἐπιγιγνώσκωlook upon: pres part act masc nom /voc pl (ionic) -
6 προεπιγνωσθείσαν
-
7 προεπιγνωσθεῖσαν
-
8 προεπιγνωσθείς
προεπιγνωσθείς, πρό-ἐπιγιγνώσκωlook upon: aor part pass masc nom /voc sg -
9 προεπιγνωσθέν
προεπιγνωσθέν, πρό-ἐπιγιγνώσκωlook upon: aor part pass neut nom /voc /acc sg -
10 προεπιγνωσθέντι
προεπιγνωσθέντι, πρό-ἐπιγιγνώσκωlook upon: aor part pass masc /neut dat sg -
11 προεπιγνώ
-
12 προεπιγνῷ
-
13 προεπιγνώναι
-
14 προεπιγνῶναι
См. также в других словарях:
προεπεγνωσμένων — πρό ἐπιγιγνώσκω look upon perf part mp fem gen pl προεπεγνωσμένων , πρό ἐπιγιγνώσκω look upon perf part mp masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προεπεγνώκασιν — προεπεγνώκᾱσιν , πρό ἐπιγιγνώσκω look upon perf ind act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προεπιγινώσκεσθαι — πρό ἐπιγιγνώσκω look upon pres inf mp (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προεπιγινώσκοντες — πρό ἐπιγιγνώσκω look upon pres part act masc nom/voc pl (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προεπιγνωσθεῖσαν — πρό ἐπιγιγνώσκω look upon aor part pass fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προεπιγνωσθείς — πρό ἐπιγιγνώσκω look upon aor part pass masc nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προεπιγνωσθέν — πρό ἐπιγιγνώσκω look upon aor part pass neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προεπιγνωσθέντι — πρό ἐπιγιγνώσκω look upon aor part pass masc/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προεπιγνῶναι — πρό ἐπιγιγνώσκω look upon aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προεπιγνῷ — πρό ἐπιγιγνώσκω look upon aor subj act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)