Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

προ-αύλιον

См. также в других словарях:

  • προαύλιο — το / προαύλιον, ΝΜΑ ο χώρος μπροστά από την αυλή («ἐξήλθεν ἔξω εἰς τὸ προαύλιον καὶ ἀλέκτωρ ἐφώνησε», ΚΔ) νεοελλ. η αυλή και ο χώρος μπροστά σε οικοδόμημα («το προαύλιο τού σχολείου») μσν. πληθ. τὰ προαύλια η μέρα πριν από τον γάμο, σε… …   Dictionary of Greek

  • προαύλιον — τὸ, Α προανάκρουσμα με αυλό. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + αὐλός (πρβλ. μον αύλιον)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»