Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

προᾰμαρτάνω

См. также в других словарях:

  • προαμαρτάνω — ΜΑ σφάλλω ή αμαρτάνω πριν από κάποια πράξη ή στο παρελθόν …   Dictionary of Greek

  • προημαρτημένα — προαμαρτάνω fail perf part mp neut nom/voc/acc pl προημαρτημένᾱ , προαμαρτάνω fail perf part mp fem nom/voc/acc dual προημαρτημένᾱ , προαμαρτάνω fail perf part mp fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προαμαρτησάντων — προαμαρτάνω fail aor part act masc/neut gen pl προαμαρτησάντων , προαμαρτάνω fail aor imperat act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προαμάρτῃ — προαμαρτάνω fail aor subj mp 2nd sg προαμάρτῃ , προαμαρτάνω fail aor subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προημαρτηκότα — προαμαρτάνω fail perf part act neut nom/voc/acc pl προημαρτηκότα , προαμαρτάνω fail perf part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προημαρτημένον — προαμαρτάνω fail perf part mp masc acc sg προημαρτημένον , προαμαρτάνω fail perf part mp neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προημαρτημένων — προαμαρτάνω fail perf part mp fem gen pl προημαρτημένων , προαμαρτάνω fail perf part mp masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προημάρτηκεν — προαμαρτάνω fail plup ind act 3rd pl (epic doric aeolic) προημάρτηκεν , προαμαρτάνω fail perf ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προ- — α συνθετικό πολλών λ. όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στην πρόθεση πρό. Το προ συντίθεται με ονόματα, ρήματα και, σπανιότερα, με επιρρήματα και προσδίδει βασικά τη σημ. τής προτεραιότητας ως προς τον τόπο, τον χρόνο ή την τάξη …   Dictionary of Greek

  • προαμαρτήσαντας — προαμαρτάνω fail aor part act masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προαμαρτήσας — προαμαρτήσᾱς , προαμαρτάνω fail aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»