-
1 προσυνιστημι
заранее рекомендоватьπ. τὰ χρηστά Plut. — (о Гомере) предпосылать благородной речи (героя) одобрительные слова
-
2 προσυνίστημι
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > προσυνίστημι
-
3 προσυνίστημι
См. также в других словарях:
προσυνίστημι — Α [συνίστημι] 1. δίνω συστάσεις για κάποιον ή επαινώ κάποιον προηγουμένως 2. προμνημονεύω, προαναφέρω … Dictionary of Greek
ίστημι — ἵστημι (ΑΜ) 1. τοποθετώ όρθιο κάτι, στήνω («ἔγχος μέν ῥ ἔστησε φέρων πρὸς κίονα» Ομ. Ιλ.) 2. (για ανδριάντες, οικοδομές, τρόπαια) ιδρύω, εγείρω («ἔστησε τρόπαια») μσν. (το μέσ.) ἵσταμαι 1. είμαι όρθιος, στέκομαι 2. (για οικοδομήματα) υψώνομαι,… … Dictionary of Greek
προσύστασις — άσεως, ἡ, Α [προσυνίστημι] προεισαγωγική έκθεση, παρουσίαση … Dictionary of Greek