-
1 προσυναπαντησις
- εως ἥ рит. просинапантеза (перестановка эпитетов, напр.: οἰμωγέ καὴ εὐχωλέ ἀνδρῶν ὀλλύντων τε καὴ ὀλλυμένων Hom., где οἰμωγή логически относится к ὀλλυμένων, а εὐχωλή - к ὀλλύντων) -
2 προσυναπάντησις
προσυναπάντησιςfem nom sg -
3 προσυναπάντησις
προσυν-απάντησις, εως, ἡ, a rhet. figure, in which when two nouns are placed first the words belonging to the second precede those belonging to the first (as in Il.4.450), Alex.Fig.2.27.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > προσυναπάντησις
См. также в других словарях:
προσυναπάντησις — fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσυναπάντησις — ήσεως, ἡ, Α ρητορικό σχήμα κατά το οποίο, ενώ προηγούνται δύο ονόματα, τα επίθετά τους, που ακολουθούν, εναλλάσσουν θέση. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ* + συναπάντησις (< συναπαντῶ «προϋπαντώ, συναντώ τυχαία»)] … Dictionary of Greek