-
1 προσμεταπεμπομαι
сверх того посылать (за чем-л), вызывать(ἵππους ἀπὸ τῶν ξυμμάχων Thuc.)
παρὰ Φιλίππου δύναμιν προσμεταπεμψάμενος Aeschin. — получив от Филиппа просимое войско -
2 προσμεταπέμπομαι
A send for or send to fetch besides, Th.2.100, 8.71, Aeschin.3.87, IG12(5).870.6(Tenos, ii B.C.), D.H.2.44, D.C.40.2.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > προσμεταπέμπομαι
-
3 προσμεταπεμψαμένοις
προσμεταπέμπομαιsend for: aor part mid masc /neut dat pl -
4 προσμεταπεμψάμενοι
προσμεταπέμπομαιsend for: aor part mid masc nom /voc pl -
5 προσμεταπεμψάμενος
προσμεταπέμπομαιsend for: aor part mid masc nom sg -
6 προσμεταπέμπωνται
προσμεταπέμπομαιsend for: pres subj mp 3rd pl -
7 προσμετεπέμπετο
προσμεταπέμπομαιsend for: imperf ind mp 3rd sg -
8 προσμετεπέμψαντο
προσμεταπέμπομαιsend for: aor ind mid 3rd pl
См. также в других словарях:
προσμεταπέμπομαι — Α 1. ζητώ κάτι από κάποιον με απεσταλμένους 2. στέλνω και προσκαλώ κάποιον ακόμη 3. (σχετικά με επίδικες υποθέσεις) επιδίδω υπόμνημα. [ΕΤΥΜΟΛ. < προσ * + μεταπέμπομαι «παραγγέλλω να μού φέρουν κάτι, στέλνω και προσκαλώ κάποιον»] … Dictionary of Greek
προσμεταπεμψαμένοις — προσμεταπέμπομαι send for aor part mid masc/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσμεταπεμψάμενοι — προσμεταπέμπομαι send for aor part mid masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσμεταπεμψάμενος — προσμεταπέμπομαι send for aor part mid masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσμεταπέμπωνται — προσμεταπέμπομαι send for pres subj mp 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσμετεπέμπετο — προσμεταπέμπομαι send for imperf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσμετεπέμψαντο — προσμεταπέμπομαι send for aor ind mid 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)