Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

προς-αντι-βάλλω

См. также в других словарях:

  • αίμα — Ρευστός ιστός του οποίου τα στερεά κυτταρικά στοιχεία αιωρούνται σε μια ροώδη μεσοκυττάρια ουσία, που ονομάζεται πλάσμα. Κυκλοφορεί σε ένα σύστημα αγγείων, το κυκλοφορικό σύστημα, και αντιπροσωπεύει για τα ανώτερα ζώα το μέσο με το οποίο… …   Dictionary of Greek

  • αντιάω — ἀντιάω κ. (ιων. κ. επ.) ἀντιόω (Α) [αντί] 1.πηγαίνω προς συνάντηση ή προς υποδοχή κάποιου, συναντώ κάποιον φιλικά ή εχθρικά 2. επιδιώκω να συναντήσω κάποιον 3. (για βέλη) βάλλω, χτυπώ 4. (για θεούς) έρχομαι για να δεχθώ ή δέχομαι θυσία 5.μετέχω… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»