Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

προς-άρω

См. также в других словарях:

  • Papyrus 5 — Manuskripte des Neuen Testaments Papyri • Unziale • Minuskeln • Lektionare Papyrus 5 Name P. Oxy. 208 Text Johannes 1; 16; 20 † Sprache …   Deutsch Wikipedia

  • άρωμα — Μείγμα διαφόρων ουσιών με ευχάριστη οσμή. Στην αρχαιότητα, χρησιμοποιούσαν α. για θυμίαση, κάπνισμα –η γαλλική λέξη parfum και η ιταλική profumo (= άρωμα) προέρχονται από το λατινικό per fumum (= με καπνό)– με καύση ξύλου ή αρωματικών ρητινών… …   Dictionary of Greek

  • προηρόσιος — και πρηρόσιος, ία, ον, ουδ. πληθ. και προηρέσια, Α 1. αυτός που γίνεται πριν από την άροση 2. (το θηλ. και το ουδ. πληθ. ως ουσ.) ἡ προηροσία ή πρηροσία, τὰ προηρόσια ή προηρέσια γιορτή προς τιμή τής Δήμητρος και τής Κόρης την οποία τελούσαν οι… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»