Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

προμηθές

См. также в других словарях:

  • προμηθές — προμηθής forethinking masc/fem voc sg προμηθής forethinking neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προμηθής — και δωρ. τ. προμαθής, ές, Α 1. προνοητικός («εἰς τὸν ἔπειτα βίον προμηθέστερος», Πλάτ.) 2. αυτός που ανησυχεί και φροντίζει για κάτι («οὔτε τι τοῡ θανεῑν προμηθής», Σοφ.) 3. (για πράγμα) αυτός απαιτεί πρόνοια 4. το ουδ. ως ουσ. τὸ προμηθές η… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»