Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

προμαντηΐη

См. также в других словарях:

  • προμαντηΐη — ἡ, Α ιων. τ. βλ. προμαντεία …   Dictionary of Greek

  • προμαντεία — και ιων. τ. προμαντηΐη και δελφ. τ. προμαντηΐα, ἡ, Α [προμαντεύω] το δικαίωμα τού να ρωτά κανείς το μαντείο πρώτος («Δελφοὶ ἀπέδωκαν Ναξίοις τὰν προμαντηΐαν», επιγρ.) …   Dictionary of Greek

  • προμαντηίην — προμαντεία fem acc sg (epic ionic) προμαντηία right of consulting an oracle fem acc sg (epic ionic) προμαντηίη fem acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»