Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

προβατεών

См. также в других словарях:

  • προβατεών — sheep pen masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προβατεών — ώνος, ὁ, Α βλ. προβατών …   Dictionary of Greek

  • προβατέων — προβατεύς masc gen pl προβατέω̆ν , προβατεύς masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προβατεῶνος — προβατεών sheep pen masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προβατών — και προβατεών, και προβατιών, ῶνος, ό, Α μάνδρα προβάτων, μαντρί, στάνη. [ΕΤΥΜΟΛ. < πρόβατον / προβάτιον + κατάλ. εών / ών (πρβλ. βοσκ εών)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»