Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

πολῠ-άϊκος

См. также в других словарях:

  • πολυάϊκος — ον, Α πολυᾱϊξ*. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + άϊκος (< ἀίσσω «αναπηδώ, σκιρτώ», πρβλ. ἀική)] …   Dictionary of Greek

  • άιξ — (Αστρον.). Ο αστέρας α Ηνίοχου. Είναι ο λαμπρότερος αστέρας του αστρικού αυτού σχηματισμού και ένας από τους λαμπρότερους σε όλο τον ουρανό. Η ονομασία προέρχεται από το γεγονός ότι το αστρικό αυτό συγκρότημα απεικονίζει στον ουρανό έναν άντρα… …   Dictionary of Greek

  • τριχάϊκες — οἱ, Α (ως προσωνυμία τών Δωριέων οι οποίοι ήταν χωρισμένοι σε τρεις φυλές, στους Ὑλλῆς, τους Δυμᾱνες και τους Παμφύλους) οι διηρημένοι στα τρία. [ΕΤΥΜΟΛ. Δυσερμήνευτος τ. αβέβαιης σημ. και ετυμολ. Κατά μία άποψη, ο τ. τριχάϊκες (< *τριχα Fικ… …   Dictionary of Greek

  • φιλογύναικες — οἱ, Α αυτοί που τούς αρέσουν πολύ οι γυναίκες. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + γύναικες, πληθ. τού γύναιξ (< γυνή, αικός, βλ. λ. γυναίκα), πρβλ. πρωτο γύναικες] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»