Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

πλιχ-άς

См. также в других словарях:

  • πλίξ — ιχός, ἡ, Α 1. (δωρ. τ.) βήμα 2. η πύλεος. [ΕΤΥΜΟΛ. < πλιχ ς < θ. πλιχ τού πλίσσω «βηματίζω») …   Dictionary of Greek

  • πλίχος — ους, τὸ, Α πλιχάς*. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. πλιχ τού πλίσσομαι «βηματίζω» (πρβλ. περιπε πλίχ θαι) + κατάλ. ουδ. ος] …   Dictionary of Greek

  • πλιχάς — και πλιγάς, άδος, ή, Α το μέρος τού σώματος που βρίσκεται ανάμεσα στους μηρούς και στο αιδοίο. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. πλιχ /πλιγ τού πλίσσομαι «βηματίζω» (πρβλ. περιπε πλίχ θαι, περιπε πλιγ μένα) + κατάλ. άς, άδος] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»