Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

πλαγυφύλαξ

См. также в других словарях:

  • πλαγυφύλαξ — ακος, ὁ, Α στον πληθ. οἱ πλαγυφύλακες οι φύλακες τών ενεπίγραφων πλακών τών ναών. [ΕΤΥΜΟΛ. Κατά την πιθανότερη εκδοχή πρόκειται για διάφορη γρφ. τής λ. πλαγιοφύλαξ] …   Dictionary of Greek

  • φύλακας — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 30 μ.), στην πρώην επαρχία Κομοτηνής, του νομού Ροδόπης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Θρυλορίου. * * * ο / φύλαξ ακος, ΝΜΑ αυτός που φυλάγει, που φρουρεί κάτι, που έχει τοποθετηθεί για να προστατεύει κάτι (α. «οι δύο… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»