Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

περίπεμπτος

См. также в других словарях:

  • περίπεμπτος — ον, Α [περιπέμπω] αυτός που στάλθηκε σε όλα τα μέρη, προς όλες τις κατευθύνσεις …   Dictionary of Greek

  • περίπεμπτον — περίπεμπτος sent round about masc/fem acc sg περίπεμπτος sent round about neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περίπεμπτα — περίπεμπτος sent round about neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»