-
1 περι-κύκλωσις
περι-κύκλωσις, ἡ, das Umkreisen, Umzingeln, Thuc. 3, 78.
-
2 περικύκλωσις
περι-κύκλωσις, ἡ, das Umkreisen, Umzingeln -
3 περικυκλωσις
- εως ἥ воен. окружение
1 περι-κύκλωσις
περι-κύκλωσις, ἡ, das Umkreisen, Umzingeln, Thuc. 3, 78.
2 περικύκλωσις
3 περικυκλωσις