Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

περιλείπομαι

См. также в других словарях:

  • περιλείπομαι — remain over pres ind mp 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιλείπομαι — ΝΑ εξακολουθώ να υπάρχω μετά από αφαίρεση ή καταστροφή μέρους τού συνόλου στο οποίο ανήκα, επιζώ αρχ. υπολείπομαι, απομένω …   Dictionary of Greek

  • περιλελειμμένα — περιλείπομαι remain over perf part mp neut nom/voc/acc pl περιλελειμμένᾱ , περιλείπομαι remain over perf part mp fem nom/voc/acc dual περιλελειμμένᾱ , περιλείπομαι remain over perf part mp fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιλείπεσθε — περιλείπομαι remain over pres imperat mp 2nd pl περιλείπομαι remain over pres ind mp 2nd pl περιλείπομαι remain over imperf ind mp 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιλειπομένων — περιλείπομαι remain over pres part mp fem gen pl περιλείπομαι remain over pres part mp masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιλειπόμενον — περιλείπομαι remain over pres part mp masc acc sg περιλείπομαι remain over pres part mp neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιλειφθησόμενον — περιλείπομαι remain over fut part pass masc acc sg περιλείπομαι remain over fut part pass neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιλειφθέντα — περιλείπομαι remain over aor part pass neut nom/voc/acc pl περιλείπομαι remain over aor part pass masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιλελειμμένον — περιλείπομαι remain over perf part mp masc acc sg περιλείπομαι remain over perf part mp neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιλελειμμένων — περιλείπομαι remain over perf part mp fem gen pl περιλείπομαι remain over perf part mp masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιλελείμμεθα — περιλείπομαι remain over perf ind mp 1st pl περιλείπομαι remain over plup ind mp 1st pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»