-
1 πενταετηρής
πεντᾰετ-ηρής, ές,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πενταετηρής
-
2 πενταετηρία
πεντᾰετ-ηρία, ἡ,A period of five years, Gloss.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πενταετηρία
-
3 πενταετηρικός
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πενταετηρικός
-
4 πενταετηρίς
A = πεντετηρίς I, Lycurg.102, Arist.Pol. 1308b1, Tab.Heracl.1.105, etc.; = Lat. lustrum, Plb.6.13.3; = quinquennalia, D.C.54.19.II as Adj. coming every fourth year,π. ἑορτά Pi.O.10(11).57
, N.11.27 ; alone in same sense, Id.O.3.21, PMich.Zen.46.8 (iii B. C.), etc.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πενταετηρίς
-
5 πενταέτηρος
πεντᾰέτ-ηρος, ον, poet. for sq.,II = πενταετηρικός, τῶν Πτωΐων τῶν π. BCH44.251 (i B. C.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πενταέτηρος
-
6 πενταετής
Aἀπὸ πενταέτεος ἀρξάμενοι Hdt.1.136
;πενταετεῖ.. ἤθει ψυχῆς Pl.Lg. 793e
:—fem. [full] πεντᾰετίς, Plu.2.844a.II lasting five years,σπονδαί Th.1.112
codd. ;χρόνος IG12(5).860.29
([place name] Tenos): neut. as Adv., πεντάετες for five years, Od.3.115.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πενταετής
-
7 πενταετία
πεντᾰετ-ία, ἡ,A = πενταετηρίς 1, D.H.8.75, Plu. Per.13, IG7.2227 ([place name] Thisbe), 2712.62 (Acraeph.), PFlor.61.45 (i A. D.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πενταετία
-
8 πενταετίζομαι
A to be five years old, IG14.1971.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πενταετίζομαι
-
9 πεντ-ετηρικός
πεντ-ετηρικός, ή, όν, = πενταετ., Strab. 7, 7, 6.
Перевод: с греческого на все языки
со всех языков на греческий- Со всех языков на:
- Греческий
- С греческого на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий