-
1 πεντεπικαιδεκατος
-
2 πεντεπικαιδέκατος
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πεντεπικαιδέκατος
-
3 πεντεπικαιδέκατος
-
4 πεντεπικαιδεκάτω
-
5 πεντεπικαιδεκάτῳ
См. также в других словарях:
πεντεπικαιδέκατος — η, ον, Α (ποιητ. τ.) πεντεκαιδέκατος* … Dictionary of Greek
πεντεπικαιδεκάτῳ — πεντεπικαιδέκατος masc/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)