Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

πεντά-ρραβδος

См. также в других словарях:

  • τετράρραβδος — ον, Α αυτός που έχει τέσσερεις ράβδους ή τέσσερεις ακτίνες τροχού. [ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α) * + ῥάβδος (πρβλ. πεντά ρραβδος)] …   Dictionary of Greek

  • πεντάρ(ρ)αβδος — ον, Α 1. αυτός που αποτελείται από πέντε ράβδους 2. φρ. «στρατηγὸς πεντάρραβδος» αντιστράτηγος τού Καίσαρος που είχε πέντε ραβδούχους. [ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα * + ῥάβδος (πρβλ. τετρά ρραβδος)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»