-
1 πεντά-κλῑνος
πεντά-κλῑνος, von od. zu fünf Betten, Tischlagern, Sitzen, σχολαστήριον, Ath. V, 205 d.
-
2 πεντάκλινος
πεντά-κλῑνος, ον, of a room,A with five couches, Chares 2 J., Callix.1 ; σκηνὴ π. PSI5.533.3 (iii B.C.) : as Subst., Arist.Mir. 842b21, PCair.Zen.445.13 (iii B.C.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πεντάκλινος
-
3 πεντάκλῑνος
πεντά-κλῑνος, von od. zu fünf Betten, Tischlagern, Sitzen -
4 πεντακλινος
См. также в других словарях:
τετράκλινος — η, ο / τετράκλινος, ον, ΝΑ νεοελλ. αυτός που έχει τέσσερεις κλίνες («τετράκλινο δωμάτιο») μσν. αρχ. αυτός που έχει τέσσερα καθίσματα ή ανάκλιντρα («ἁμάξας τετρακλίνους», Λουκιαν.). [ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α) * + κλινος (< κλίνη), πρβλ. πεντά… … Dictionary of Greek
πεντάκλινος — η, ο / πεντάκλινος και πεντέκλινος, ον, ΝΑ (για οικία ή για δωμάτιο) αυτός που περιλαμβάνει ή χωρεί πέντε κλίνες. [ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα * / πέντε + κλινος (< κλίνη), πρβλ. επτά κλινος] … Dictionary of Greek