Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

παρομοιάζω

См. также в других словарях:

  • παρομοιάζω — to be like pres subj act 1st sg παρομοιάζω to be like pres ind act 1st sg παρομοιάζω to be like pres subj act 1st sg παρομοιάζω to be like pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρομοιάζω — παρομοιάζω, παρομοίασα βλ. πίν. 35 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • παρομοιάζω — ΝΜΑ και διαλ. τ. παραμοιάζω Ν [ομοιάζω] μοιάζω με κάποιον ή με κάτι, είμαι ή φαίνομαι όμοιος, παρόμοιος με κάποιον («παρομοιάζετε τάφοις κεκονιασμένοις», ΚΔ) νεοελλ. (μτβ.) κάνω λάθος στην αναγνώριση κάποιου, τόν θεωρώ ως άλλον εξαιτίας τής… …   Dictionary of Greek

  • παρομοιάζω — παρομοίασα 1. αμτβ., μοιάζω πάρα πολύ, είμαι πολύ όμοιος με κάποιον: Τον παρομοίασε τον παππού του στα ελαττώματα. 2. μτβ., κάνω λάθος στην αναγνώριση, νομίζω ή θεωρώ κάποιον όμοιο με άλλον: Να με συμπαθάτε, σας παρομοίασα με κάποιον γνωστό μου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • παρομοιάζετε — παρομοιάζω to be like pres imperat act 2nd pl παρομοιάζω to be like pres ind act 2nd pl παρομοιάζω to be like pres imperat act 2nd pl παρομοιάζω to be like pres ind act 2nd pl παρομοιάζω to be like imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) παρομοιάζω …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρομοιάζει — παρομοιάζω to be like pres ind mp 2nd sg παρομοιάζω to be like pres ind act 3rd sg παρομοιάζω to be like pres ind mp 2nd sg παρομοιάζω to be like pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρομοιῶ — παρομοιάζω to be like fut ind act 1st sg (attic epic ionic) παρομοιάζω to be like fut ind act 1st sg (attic epic ionic) παρομοιόω compare pres subj act 1st sg παρομοιόω compare pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρομοιῶσαι — παρομοιάζω to be like fut part act fem nom/voc pl (attic epic doric ionic) παρομοιάζω to be like fut part act fem nom/voc pl (attic epic doric ionic) παρομοιόω compare aor inf act …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρωμοίαζον — παρομοιάζω to be like imperf ind act 3rd pl παρομοιάζω to be like imperf ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατεικάζω — (Α) 1. παρομοιάζω με κάποιον, εξομοιώνω («κατεικάζουσιν ἡμᾱς ἰσχάδι», Εύπ.) 2. σχηματίζω εικασίες, εικάζω, υποθέτω, βγάζω συμπεράσματα («ἐν ὑπονοίῃ κατεικάζειν», Ιπποκρ.) 3. υποπτεύομαι, υποψιάζομαι («μὴ καὶ πρὶν κατεικαζούσῃ τὰ γινόμενα οὕτω… …   Dictionary of Greek

  • προσεικάζω — Α [εἰκάζω] 1. καθιστώ κάτι όμοιο, εξομοιώνω («δεῑ... τὸν ἀνδριαντοποιὸν τὰ ἔργα τῆς ψυχῆς τῷ εἴδει προσεικάζειν», Ξεν.) 2. συμπεραίνω ύστερα από σύγκριση και αντιπαραβολή («οὐκ ἔχω προσεικάσαι πάντ ἐπισταθμώμενος πλὴν Διός», Αισχύλ.) 4. εικάζω,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»