-
1 παραφθάμενος
παραφθάνωovertake: aor part mid masc nom sg -
2 παρα-φθάνω
παρα-φθάνω (s. φϑάνω), zuvorkommen, bes. im Laufe übertreffen, einholen, τινά, εἰ δ' ἄμμε παραφϑαίησι ( opt. für παραφϑαίη) πόδεσσιν, Il. 10, 346; παραφϑάς, 22, 197; u. eben so im med., οὔτι τάχει γε παραφϑάμενος Μενέλαον, 23, 515; Sp. auch nur im aor. παρέφϑην, Paus. 5, 8, 8, Heliod. 4, 7.
-
3 κέρδος
A gain, profit, Od.23.140, etc.; ἐνόησεν ὅππως κ. ἔῃ how some advantage can be gained, what is best to be done, Il.10.225;οὔ τοι τόδε κ. ἐγὼν ἔσσεσθαι ὀΐω ἡμῖν Od.16.311
, etc.; ποιέεσθαί τι ἐν κέρδεϊ, c. inf., Hdt.2.121.δ', 6.13;κ. νομίσαι τι Th.7.68
; ὅτι .. Id.3.33;ἤν τι.. δάσωνται κ. ἡγεῖσθαι X.Cyr.4.2.43
;ἐκ πονηροῦ πράγματος κ. λαβεῖν Men.697
; μέγ' ἐστὶ κ., ἢν .. Id.Mon. 359; πρὸς τὸ κ. βλέπειν ib. 364; part.,πᾶν κ. ἡγοῦ ζημιουμένη φυγῇ E.Med. 454
; κ. ἐστί μοι, c. inf., τί δῆτ' ἐμοὶ ζῆν κ.; A.Pr. 747; τί κ. ἦν αὐτῷ διαβάλλειν ἐμέ; Lys.8.13, cf. Ar.Ec. 607, 610: pl., gains, profits,περιβαλλόμενος ἑωυτῷ κέρδεα Hdt.3.71
; τὰ δειλὰ (v.l. δεινὰ)κ. S.Ant. 326
;τὰ κ. μείζω φαίνεσθαι τῶν δεινῶν Th.4.59
;τὰ πονηρὰ κ. Antiph.270
:— κ. (metaph.) opp. ζημία (damage), Arist.EN 1132a12, (lit.) opp. ζημἱα (damages), ib.14;ζημίαν λαβεῖν ἄμεινόν ἐστιν ἢ κ. κακόν S.Fr. 807
.2 desire of gain,κέρδει καὶ σοφία δέδεται Pi.P.3.54
;ἄνδρας τὸ κ. πολλάκις διώλεσεν S.Ant. 222
;εἰς τὸ κ. λῆμ' ἔχων ἀνειμένον E.Heracl.3
: pl.,κερδῶν ἄθικτος A.Eu. 704
; ;μὴ 'πὶ κέρδεσιν λέγων Id.Ant. 1061
, cf. E.Hec. 1207; of persons, ἡμέτερα κ. τῶν σοφῶν ( = ἡμῶν τῶν σ.) you of whom we wise men make gain, Ar.Nu. 1202.II in pl., cunning arts, wiles,ὃς δέ κε κ. εἰδῇ Il.23.322
, cf. 709, al.; κέρδεσιν, οὔ τι τάχει γε παραφθάμενος ib. 515;φρένας ἐσθλὰς κέρδεά θ' Od.2.118
, cf. 88; ;ἐνὶ φρεσὶ κέρδε' ἐνώμας 18.216
; κακὰ κ. βουλεύουσιν 'they mean mischief', 23.217. (Cf. OIr. cerd 'art', 'craft', Welsh cerdd 'craft' or 'music'.) -
4 παραφθάνω
παρα-φθάνω [pron. full] [ᾰν], [tense] aor. 2 παρέφθην, part. [voice] Act. and [voice] Med. παραφθάς, -φθάμενος (the only tense used by Hom.):—A overtake, outstrip,τοσσάκι μιν.. ἀποστρέψασκε παραφθάς Il.22.197
; εἰ δ' ἄμμε παραφθαίῃσι πόδεσσιν (nisi leg. - φθήῃσι) 10.346 ;κέρδεσιν, οὔ τι τάχει γε, παραφθάμενος Μενέλαον 23.515
; of a horse, win a race, Paus.5.8.8, cf. Hld.4.4.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > παραφθάνω
-
5 παραφθάνω
παρα - φθάνω, aor. 2 opt. παραφθαίησι, part. παραφθάς, mid. παραφθάμενος: overtake, pass by. (Il.)A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > παραφθάνω
См. также в других словарях:
παραφθάμενος — παραφθάνω overtake aor part mid masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)