-
1 παρέστηκε
παρίστημιcause to stand: perf imperat act 2nd sgπαρίστημιcause to stand: perf ind act 3rd sg -
2 παρέστηχ'
παρέστηκα, παρίστημιcause to stand: perf ind act 1st sgπαρέστηκε, παρίστημιcause to stand: perf imperat act 2nd sgπαρέστηκε, παρίστημιcause to stand: perf ind act 3rd sg -
3 παρίστημι
παρ-ίστημι, aor. 2 παρέστην, subj. du. παρστήετον, opt. παρσταίη, part. παρστάς, perf. παρέστηκε, inf. παρεστάμεναι, plup. 3 pl. παρέστασαν, mid. pres. παρίσταμαι, imp. παρίστασο, ipf. παρίστατο, fut. inf. παραστήσεσθαι: only intrans. forms in Homer (aor. 2 and mid.), come and stand by or near (esp. the part. παραστάς), come up to, draw near, (perf.) stand by or near; the approach may be with either friendly or hostile intent, and the subj. may be a thing (lit. or fig.), νῆες, θάνατος, μοῖρα, Il. 7.467, Π , Od. 24.28.A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > παρίστημι
См. также в других словарях:
παρέστηκε — παρίστημι cause to stand perf imperat act 2nd sg παρίστημι cause to stand perf ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παρέστηχ' — παρέστηκα , παρίστημι cause to stand perf ind act 1st sg παρέστηκε , παρίστημι cause to stand perf imperat act 2nd sg παρέστηκε , παρίστημι cause to stand perf ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παριστάνω — και παρασταίνω / παριστάνω και παρίστημι και παριστῶ, άω, ΝΜΑ νεοελλ. 1. εικονίζω, εμφανίζω παράσταση, ζωγραφίζω, απεικονίζω (α. «η εικόνα παριστάνει τη Γέννηση τού Χριστού» β. «ανάγλυφον παριστών την Αθηνά») 2. (για ηθοποιούς) υποδύομαι έναν… … Dictionary of Greek