Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

οῦτο

См. также в других словарях:

  • Maniots — Part of a series on Greeks …   Wikipedia

  • Papyrus 6 — Manuskripte des Neuen Testaments Papyri • Unziale • Minuskeln • Lektionare Papyrus 6 …   Deutsch Wikipedia

  • Papyrus 109 — Manuskripte des Neuen Testaments Papyri • Unziale • Minuskeln • Lektionare Papyrus 109 …   Deutsch Wikipedia

  • Πίμα — Ινδική φυλή, που ζούσε τον 16o αι. στις όχθες του ποταμού Χίλα και στους πρόποδες της Σιέρα Μάδρε, στην περιοχή, όπου βρίσκεται σήμερα η Πολιτεία Αριζόνα των ΗΠΑ. Η βασική τους ασχολία ήταν, από παλιά, η αρδευτική αγροκαλλιέργεια. Καλλιεργούσαν… …   Dictionary of Greek

  • ούτος — αύτη, τούτο (ΑΜ οὗτος, αὕτη, τοῡτο, γεν. τούτου, ταύτης, τούτου) (δεικτ. αντων. με την οποία δηλώνεται πρόσωπο ή πράγμα το οποίο βρίσκεται τοπικώς ή χρονικώς κοντά ή είναι παρόν ή για το οποίο γίνεται λόγος) 1. αυτός, τούτος 2. φρ. (με επιρρμ.… …   Dictionary of Greek

  • τζούντο — Τεχνική αθλητικής πάλης, εθνικό άθλημα της Ιαπωνίας. Το τ. είναι έργο του Τζιγκόρο Κάνο, καθηγητή στο Τόκιο, που αφού παρακολούθησε την τεχνική του τζου τζίτσου, έθεσε τις βάσεις του νέου αθλήματος, το οποίο και δίδαξε σε ειδική σχολή που ίδρυσε… …   Dictionary of Greek

  • τοσούτος — τοσαύτη, τοσοῡτο(ν), ΜΑ, και επικ. τ. τοσσοῡτος και αιολ. τ. τεσσοῡτος, Α (δεικτ. αντων.) 1. τόσος, τόσο μεγάλος, τόσο πολύς («χρόνον τοσοῡτον, εἰς ὅσον, Σοφ.) 2. (η αιτ. εν. ή πληθ. τού ουδ. ως επίρρ.) τοσοῡτο(ν), τοσοῡτο. τόσο πολύ ή τόσο… …   Dictionary of Greek

  • Αμερική — I (America) Μία από τις πέντε ηπείρους του πλανήτη μας· γεωγραφικά χωρίζεται σε τρία τμήματα, τη Βόρεια Α., την Κεντρική Α. (μαζί με τα νησιά της Καραϊβικής θάλασσας) και τη Νότια ή Λατινική Α. Πολιτικά, τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει η… …   Dictionary of Greek

  • Κουμαμότο — (Kumamoto). Πόλη (662.123 κάτ. το 2000) της Ιαπωνίας, πρωτεύουσα του ομώνυμου νομού (6.907 τ. χλμ., 1.859.344 κάτ.). Βρίσκεται στο νησί Κιουσού. Επίνειό της είναι το λιμάνι του Μισούμι, το οποίο βρίσκεται στη χερσόνησο Ούτο. Η πόλη αποτελεί… …   Dictionary of Greek

  • Ταραχουμάρα — (Tarahumara). Iνδιάνικη φυλή του Μεξικού, που ανήκει στον σονοραϊκό κλάδο των Ούτο Αζτέκων. Κατοικούν στις ομώνυμες περιοχές της οροσειράς Σιέρα Μάδρε, ανέρχονται σε περίπου 30.000 και ανακαλύφθηκαν κατά τον 17o αι. από τους ιησουΐτες. Ένα μικρό… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»