-
1 ὁλοσηρικός
A of silk,ῥάκος Cyran.120
: -κόν, τό, silk, Hsch. s.v. Σῆρες, Edict.Diocl.22.14,al.:—written [suff] ὁλο-σειρικός ib.19.14k,al.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὁλοσηρικός
-
2 ὁλόχροος
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὁλόχροος
-
3 ὀλόεις
-
4 ὀλοεργής
ὀλο-εργής, ές,A ruinous, destructive, Man.6.722.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὀλοεργής
-
5 ὀλοεργός
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὀλοεργός
-
6 ὁλοάργυρος
ὁλο-άργῠρος, ον,A all of silver, Ph.1.666.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὁλοάργυρος
-
7 ὁλόβηρον
ὁλό-βηρον, τό,A genuine purple dye, Procop.Arc.25 : as Adj., holovera vestimenta, dyed purple through and through, Cod.Just.11.9.4.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὁλόβηρον
-
8 ὁλοβολάδες
ὁλο-βολάδες· θῖνες, Hsch.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὁλοβολάδες
-
9 ὁλόβραχυς
ὁλό-βρᾰχυς, υ,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὁλόβραχυς
-
10 ὁλογράμματος
ὁλο-γράμμᾰτος, ον,A with all its letters, written at full length, title of work by Menecrates, Gal.13.503. Adv.- τως Id.14.44
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὁλογράμματος
-
11 ὁλογραφέω
A write at full length, Plu.2.288e.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὁλογραφέω
-
12 ὁλογραφία
ὁλο-γρᾰφία, ἡ,A will written entirely in the handwriting of the testator, Gloss.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὁλογραφία
-
13 ὁλόγραφος
ὁλό-γρᾰφος, ον,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὁλόγραφος
-
14 ὁλόγυρος
ὁλό-γῡρος, ον,A entirely round, all round, in Adv.-ρως, μετρεῖσθαι Hero
*Geom.4.13.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὁλόγυρος
-
15 ὁλοδάκτυλος
A wholly dactylic, Eust.836.17.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὁλοδάκτυλος
-
16 ὁλοήμερος
ὁλο-ήμερος, ον,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὁλοήμερος
-
17 ὁλοθούριον
ὁλο-θούριον, τό,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὁλοθούριον
-
18 ὁλοκάθαρος
A completely pure, Steph.in Hp.1.183 D.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὁλοκάθαρος
-
19 ὁλοκάλαμος
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὁλοκάλαμος
-
20 ὁλόκαλος
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὁλόκαλος
См. также в других словарях:
ολο- — (από το όλος), α’ συνθετ. με επιτατ. σημασία: ολό χρυσος … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
όλο — επίρρ. χρον., συνέχεια, αδιάκοπα, πάντοτε: Όλο τσακώνεται κι όλογκρινιάζει … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
όλο — επίρρ. βλ. όλος … Dictionary of Greek
όλο(ν) — το βλ. όλος … Dictionary of Greek
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek
Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… … Dictionary of Greek
Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… … Dictionary of Greek
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… … Dictionary of Greek
Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… … Dictionary of Greek
Περού — Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον Iσημερινό (Eκουαδόρ), και την Kολομβία, στα Α με τη Bραζιλία, και τη Bολιβία και στα Ν με τη Xιλή. Στα Δ, το Περού βρέχεται από τον Eιρηνικό Ωκεανό.To όνομα Περού, που προέρχεται από την… … Dictionary of Greek