Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ξεινήϊον

См. также в других словарях:

  • ξεινήιον — ξεινήιον, τὸ (Α) (ιων. και επικ. τ.) 1. δώρο που έδινε εκείνος που φιλοξενούσε στον φιλοξενούμενο του όταν έφευγε προς ανάμνηση τής φιλοξενίας («Ἀμφιδάμας δὲ Μόλῳ δῶκε ξεινήιον εἶναι», Ομ. Ιλ.) 2. στον πληθ. τὰ ξεινήια δώρα που αντάλλασσαν οι… …   Dictionary of Greek

  • ξεινήιον — host s gift neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ξεινήια — ξεινήιον host s gift neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οιήιον — οἰήϊον, τὸ (Α) (επικ. τ.) οἴαξ. [ΕΤΥΜΟΛ. < οἴαξ «τιμόνι, πηδάλιο», τ. σχηματισμένος προς εξυπηρέτηση μετρικών αναγκών κατά τα λαισήϊον, ξεινήϊον. Ο τ. απαντά στον Όμηρο] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»