-
1 νευρό-σπαστος
νευρό-σπαστος, durch Sehnen gezogen; νευρόσπαστα ἀγάλματα, Her. 2, 48, durch Sehnen in Bewegung gesetzte Gliederpuppen; dah. τὰ νευρόσπαστα, Xen. Conv. 4, 55, Marionetten- u. vielleicht übh. Taschenspielerkünste, vgl. c. 2, wo ϑαύματα entspricht, Luc. Dea Syr. 16, u. oben νευρόσπασμα.
См. также в других словарях:
νευρόσπασμα — το (ΑΜ νευρόσπασμα) αυτό που κινείται με χορδές, το νευρόσπαστο νεοελλ. 1. άνθρωπος χωρίς ισχυρή βούληση, που ενεργεί με υποκίνηση άλλου και όχι αυτοβούλως 2. πολύ ανήσυχος και νευρικός άνθρωπος. [ΕΤΥΜΟΛ. < νεῦρον + σπάσμα (< σπῶ), πρβλ.… … Dictionary of Greek
νευροσπάσματα — νευρόσπασμα neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Neurospasma — oder Neurospaston (Pl.: Neurospasmata, Neurospasta oder Neurospasten) bezeichnet eine durch Sehnen oder Fäden bewegte Gliederpuppe bzw. Marionette speziell im Zeitalter der griechisch römischen Antike. Man kannte sie aber auch bereits im Alten… … Deutsch Wikipedia
νευρόσπαστος — η, ο (Α νευρόσπαστος, ον) το ουδ. ως ουσ. το νευρόσπαστο(ν) ανδρείκελο, ομοίωμα που κινείται με χορδές ή με νήματα και χρησιμοποιείται σε θεατρικές παραστάσεις, κυρίως για παιδιά, αλλ. μαριονέτα νεοελλ. το ουδ. ως ουσ. 1. (μτφ). άνθρωπος που δεν… … Dictionary of Greek
νεύρο — το (ΑΜ νεῡρον) 1. συν. στον πληθ. τα νεύρα βιολ. όργανα υπό μορφή υπόλευκης ταινίας ή νήματος τα οποία μεταφέρουν τις αισθητικές και κινητικές διεγέρσεις μεταξύ εγκεφάλου και νωτιαίου μυελού αφ ενός και τών διαφόρων οργάνων, αφ ετέρου, και πρός… … Dictionary of Greek