Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ναυμαχία

См. также в других словарях:

  • ναυμαχία — ναυμαχίᾱ , ναυμαχία sea fight fem nom/voc/acc dual ναυμαχίᾱ , ναυμαχία sea fight fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ναυμαχία — Μάχη μεταξύ πλοίων, θαλασσομαχία. Οι Ρωμαίοι ονόμαζαν ν. τη θεαματική αναπαράσταση μάχης, σε ειδική δεξαμενή, μεταξύ πλούσιων με δούλους ή καταδικασμένους σε θάνατο. Στην αρχαιότητα οι ν. γίνονταν με κύριο όπλο το έμβολο και οι πολεμιστές που… …   Dictionary of Greek

  • ναυμαχίᾳ — ναυμαχίαι , ναυμαχία sea fight fem nom/voc pl ναυμαχίᾱͅ , ναυμαχία sea fight fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ναυμαχία — η μάχη ανάμεσα σε πλοία: Η ναυμαχία της Σαλαμίνας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Τραφάλγκαρ, ναυμαχία του- — Ναυμαχία που έγινε κοντά στο ομώνυμο ακρωτήριο της νοτιοδυτικής ακτής της Ισπανίας (μεταξύ Κάδιξ και Γιβραλτάρ) στις 21 Οκτωβρίου 1805 μεταξύ του αγγλικού στόλου με επικεφαλής τον Νέλσον και του ισπανογαλλικού με επικεφαλής τον Γάλλο ναύαρχο Πιερ …   Dictionary of Greek

  • Ναυμαχία της Σ — Κατά τη διάρκεια του B’ Παγκόσμιου πόλεμου στις 19 Ιουλίου 1940 μια ιταλική ναυτική μονάδα αποτελούμενη από μερικά ελαφρά θωρηκτά έλαβε διαταγή να φύγει από την Τρίπολη της Λιβύης και να πάει στη Λέρο με σκοπό να επιτεθεί σε αγγλικές μονάδες… …   Dictionary of Greek

  • Έλλης, ναυμαχία της- — Η πρώτη σύγκρουση μεταξύ ελληνικού και τουρκικού στόλου κατά τον Α’ Βαλκανικό πόλεμο (1912 13), με την οποία εξασφαλίστηκε η ελληνική κυριαρχία στο Αιγαίο και διευκολύνθηκαν οι χερσαίες στρατιωτικές επιχειρήσεις. Ο ελληνικός στόλος, υπό τον… …   Dictionary of Greek

  • Έλλη, ναυμαχία — Βλ. λ. Έλλης, ναυμαχία της …   Dictionary of Greek

  • Μίντγουεϊ, ναυμαχία του- — Αεροναυτική σύγκρουση (4 6 Ιουνίου 1942) μεταξύ των ιαπωνικών και αμερικανικών δυνάμεων, μία από τις σημαντικότερες του Β’ Παγκοσμίου πολέμου. Οι Ιάπωνες ήθελαν να καταλάβουν τα νησιά Μίντγουεϊ για να τα χρησιμοποιήσουν ως βάση από όπου θα… …   Dictionary of Greek

  • ναυμαχίας — ναυμαχίᾱς , ναυμαχία sea fight fem acc pl ναυμαχίᾱς , ναυμαχία sea fight fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ναυμαχίαι — ναυμαχία sea fight fem nom/voc pl ναυμαχίᾱͅ , ναυμαχία sea fight fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»