Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

μυρτίς

См. также в других словарях:

  • μυρτίς — fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μύρτις — fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μυρτίς — Τραγουδίστρια και λυρική ποιήτρια από την Ανθηδώνα της αρχαίας Βοιωτίας. Λέγεται ότι δίδαξε την τέχνη της στην Κόριννα και στον Πίνδαρο. * * * μυρτίς, ἡ (ΑΜ) ο καρπός τής μύρτου, το μύρτο 2. μυρτίδανον*. [ΕΤΥΜΟΛ. < μύρτος + κατάλ. ίς (πρβλ.… …   Dictionary of Greek

  • μυρτίδα — μυρτίς fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μυρτίδας — μυρτίς fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μυρτίδες — μυρτίς fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μυρτίδος — μυρτίς fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μυρτίδων — Μύρτις fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μυρτίδων — μυρτίς fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μυρτίσι — μυρτίς fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μυρτίσιν — μυρτίς fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»