Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

μισοπονία

См. также в других словарях:

  • μισοπονία — μισοπονία, ἡ (Α) [μισόπονος] αποστροφή προς την εργασία («ἀμαθίῃ καὶ ῥαθυμίῃ καὶ προσέτι μισοπονίῃ», Λουκιαν.) …   Dictionary of Greek

  • μισοπονίᾳ — μῑσοπονίαι , μισοπονία hatred of work fem nom/voc pl μῑσοπονίᾱͅ , μισοπονία hatred of work fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μισοπονίας — μῑσοπονίᾱς , μισοπονία hatred of work fem acc pl μῑσοπονίᾱς , μισοπονία hatred of work fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μισοπονίαν — μῑσοπονίᾱν , μισοπονία hatred of work fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μισοπονίῃ — μῑσοπονίῃ , μισοπονία hatred of work fem dat sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»