Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

μητραγυρτέω

См. также в других словарях:

  • μητραγυρτεῖν — μητραγυρτέω to be a pres inf act (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μητραγυρτοῦντας — μητραγυρτέω to be a pres part act masc acc pl (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μητραγυρτοῦντες — μητραγυρτέω to be a pres part act masc nom/voc pl (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μητραγυρτῶν — μητραγύρτης begging priest of Cybele masc gen pl μητραγυρτέω to be a pres part act masc nom sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μητραγύρτης — begging priest of Cybele masc nom sg μητραγυρτέω to be a imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»