Перевод: со всех языков на русский

с русского на все языки

μελ-ῳδός

См. также в других словарях:

  • ιλαρωδός — ἱλαρῳδός, ὁ (Α) αυτός που τραγουδά χαρούμενα τραγούδια. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἱλαρός + ῳδός (< ῳδός, συνηρ. τ. τού ἀοιδός «τραγουδιστής»), πρβλ. μελ ωδός, τραγ ωδός] …   Dictionary of Greek

  • θρηνωδός — ο, η (ΑΜ θρηνῳδός) αυτός που ψάλλει θρηνητικά άσματα, ο μοιρολογητής. [ΕΤΥΜΟΛ. < θρήνος + ωδός < αείδω (πρβλ. επ ωδός, μελ ωδός)] …   Dictionary of Greek

  • κερωδός — κερῳδός, ὁ (Α) αυτός που τραγουδά με κεράτινη σάλπιγγα ή με αυλό. [ΕΤΥΜΟΛ. < κέρας + ῳδός (< άείδω), πρβλ. κιθαρ ῳδός, μελ ῳδός] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»