Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

μεγαλομερείᾳ

См. также в других словарях:

  • μεγαλομερείᾳ — μεγαλομερείᾱͅ , μεγαλομέρεια largeness of parts fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μεγαλομέρεια — μεγαλομέρεια, ἡ (Α) [μεγαλομερής] 1. το να αποτελείται κάτι από μεγάλο μέγεθος μερών 2. μεγάλο μέγεθος 3. μεγαλοδωρία, γενναιοδωρία …   Dictionary of Greek

  • μεγαλομέρεια — largeness of parts fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μεγαλομέρειαν — μεγαλομέρεια largeness of parts fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»